Οδοντικά εμφυτεύματα ή γέφυρα;
Όταν κάποιος έχει χάσει ένα ή περισσότερα δόντια, τα οποία δεν μπορούν να διορθωθούν και πρέπει να αφαιρεθούν, βρίσκεται αντιμέτωπος με το δίλημμα της επιλογής μεταξύ γέφυρας ή οδοντικού εμφυτεύματος για την αντικατάστασή τους. Ποια είναι όμως τα βασικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κάθε μεθόδου και ποια είναι η κατάλληλη επιλογή στην εκάστοτε περίπτωση;
Γέφυρα
Η γέφυρα χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια σε περιπτώσεις που χρειάζεται να αποκατασταθεί κάποιο δόντι και η συγκεκριμένη μέθοδος έχει μεγάλα ποσοστά επιτυχίας. Το κύριο πλεονέκτημα στην τοποθέτηση γέφυρας είναι η γρήγορη ολοκλήρωση της διαδικασίας, καθώς δε χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, επομένως ο ασθενής μπορεί μέσα σε 2-3 συνεδρίες, σε χρονικό διάστημα 2 εβδομάδων, να απολαμβάνει το τελικό αποτέλεσμα. Επίσης, λόγω της μικρής διαδικασίας δεν έχει μεγάλα κόστη χρέωσης.
Εν αντιθέσει, τα βασικά μειονεκτήματα στην τοποθέτηση γέφυρας, είναι ότι απαιτείται τροχισμός των γειτονικών δοντιών εκείνου που χρειάζεται αποκατάσταση, στα οποία θα στηρίζεται η γέφυρα. Επίσης, έχει μικρότερη διάρκεια ζωής σε σχέση με ένα εμφύτευμα, ενώ η προσεκτική στοματική υγιεινή κρίνεται απαραίτητη για τη σωστή διατήρηση των δοντιών-στηριγμάτων. Ένας επιπλέον παράγοντας που θα πρέπει να αναλογιστεί κανείς πριν την τοποθέτηση γέφυρας, είναι πως εάν κάποιο από τα συγκεκριμένα δόντια-στηρίγματα εμφανίσει μελλοντικά κάποιο πρόβλημα, τότε η γέφυρα θα πρέπει να αφαιρεθεί. Ως αποτέλεσμα, η συγκεκριμένη διαδικασία μπορεί να φανεί πιο κοστοβόρα από την τοποθέτηση ενός εμφυτεύματος εξ αρχής.
Οδοντικά εμφυτεύματα
Η λύση των οδοντικών εμφυτευμάτων παρ’ ότι αποτελεί πιο σύγχρονη μέθοδο αποκατάστασης ενός δοντιού, τα αποτελέσματά της σημειώνουν εντυπωσιακά ποσοστά επιτυχίας. Τα βασικά πλεονεκτήματά τους είναι ότι δεν επηρεάζουν τα γειτονικά δόντια και αντιμετωπίζουν το πρόβλημα εστιασμένα. Το οστό στην περιοχή του δοντιού που έχει αφαιρεθεί διατηρείται κανονικά και το εμφύτευμα ομοιάζει το φυσικό δόντι στη δομή του. Επίσης, έχει μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από τη γέφυρα, ενώ η φροντίδα για τη στοματική υγιεινή δε διαφοροποιείται από τη συνήθη διαδικασία με το σωστό βούρτσισμα και τη χρήση οδοντικού νήματος.
Στα μειονεκτήματα της συγκεκριμένης μεθόδου είναι ότι αρχικά απαιτείται χειρουργική διαδικασία και συγκεκριμένα, εάν δεν υπάρχει επαρκές οστό, θα πρέπει να γίνει ανάπλασή του με μόσχευμα. Το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να ολοκληρωθεί η διαδικασία είναι 5-6 συνεδρίες σε διάστημα 3-6 μηνών, ενώ απαιτείται και χρόνος αναμονής για την ενσωμάτωση του εμφυτεύματος και του οστού. Επίσης, ως μέθοδος, κοστίζει συνήθως περισσότερο από τη γέφυρα.
Πώς θα γίνει η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου;
Όπως είδαμε και οι δύο μέθοδοι έχουν ορισμένα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα αντίστοιχα. Πώς όμως θα γίνει η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου σε κάθε περίπτωση;
Το βασικό στοιχείο που ελέγχεται για την επιλογή μεταξύ των δύο μεθόδων, είναι η κατάσταση των γειτονικών δοντιών. Εάν τα δόντια που θα χρησιμοποιηθούν ως στηρίγματα για τη γέφυρα έχουν μεγάλα σφραγίσματα, θήκες δοντιών ή έχει γίνει απονεύρωση, τότε η γέφυρα φαίνεται να είναι η πιο κατάλληλη μέθοδος.
Εάν, από την άλλη, τα γειτονικά δόντια είναι ανέπαφα ή διαθέτουν κάποια μικρά σφραγίσματα, τότε η καλύτερη επιλογή φαίνεται ότι είναι η τοποθέτηση ενός οδοντικού εμφυτεύματος. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου λείπουν περισσότερα από ένα δόντια, τότε τα οδοντικά εμφυτεύματα αποτελούν μάλλον μοναδική επιλογή.
Συνοψίζοντας, η τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων αποτελεί κατά κύριο λόγο την προτεινόμενη μέθοδο αποκατάστασης δοντιών, λόγω του φυσικού αποτελέσματος και της μεγάλης διάρκειας ζωής που έχουν. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να συμβουλευτείτε τη γνώμη ενός ειδικευμένου οδοντιάτρου για να καταλήξετε στην ιδανική επιλογή για εσάς.